Τι έγιναν οι Γερμανοί συγγραφείς μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία; Η απάντηση με τις σημερινές υπάρχουσες πηγές, είναι εύκολη:
- Κάποιοι, πολλοί και σημαντικοί, έφυγαν από τη χώρα. Ανάμεσά τους, οι Τόμας και Χάινριχ Μανν, ο Μπρεχτ, ο Χέρμαν Μπροχ, ο Τσβάιχ, ο Τσούκμαγιερ, ο Βέρφελ, ο Φώυχτβάγκερ, ή αλλιώς οι κορυφαίοι μυθιστοριογράφοι και δραματουργοί.
- Κάποιοι βρήκαν τον θάνατο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή αυτοκτόνησαν, όπως ο Βάλτερ Μπέντζαμιν που βρήκε τραγικό τέλος στα γαλλοϊσπανικά σύνορα, σε μια απελπιστική προσπάθεια διαφυγής, προλαβαίνοντας την Γκεστάπο. Ο Στέφαν Τσβάιχ, θα αυτοκτονήσει σε μια συμβολική πράξη έσχατης διαμαρτυρίας, με τη σύζυγό του στο Μεξικό, όπου είχαν καταφύγει.
- Κάποιοι έμειναν, προτιμώντας να σιωπήσουν, ή ακόμα χειρότερα να παραδώσουν την τέχνη και την πένα τους, στην υπηρεσία των ναζί και να μεταβληθούν σε στελέχη του πνευματικού μπουρδέλου που ονομαζόταν «Άρεια Κουλτούρα» γινόμενοι έτσι συνένοχοι στην παρακμή και την απογοητευτική πτώση των πολιτιστικών κριτηρίων ενός μεγάλου λαού.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι δεν έφυγαν μόνο οι Εβραίοι, οι μαρξιστές και τα «άλλα παράσιτα» για το «χιλιόχρονο Τρίτο Ράιχ». Έφυγαν και «άρειοι», που αν είχαν επιλέξει να μείνουν και να συνεργαστούν, θα απολάμβαναν σίγουρα τεράστιες τιμές από το βρωμερό και εγκληματικό καθεστώς. Η περίπτωση Τόμας Μανν, είναι ίσως και η καλύτερη: Γνήσιος κοσμοπολίτης, δεκτικός σε άλλες γλώσσες και άλλες κουλτούρες, πήρε τον δρόμο της υπερορίας, όχι μόνο για να διασώσει την προσωπική του ακεραιότητα, αλλά και για να τιμήσει την γλώσσα του Χάινε και του Γκαίτε με την τέχνη του. Το ίδιο καλή ήταν και η περίπτωση Μπρεχτ, που μετέτρεπε κάθε καινούργιο του έργο (το μεγάλο και πραγματικά ρωμαλέο «Μάνα Κουράγιο» ανέβηκε για πρώτη φορά στη Ζυρίχη του 1941), σε μάχη των μετόπισθεν, ανεβάζοντας τη γερμανική γλώσσα σε άλλα, ανώτερα επίπεδα.
Ο Γκέρχαρντ Χάουπτμαν (1862-1946), ήταν το 1933, ο μεγαλύτερος εν ζωή, γερμανός δραματουργός. Στα έργα του, με επιρροές από Ίψεν και Μπύχνερ, ασκούσε έντονη κοινωνική κριτική, ενώ είχε χαιρετήσει και την άνοδο του γερμανικού εργατικού κινήματος στα τέλη του 19ου αιώνα. Ένθερμος υποτίθεται σοσιαλιστής, πρόμαχος και υπέρμαχος του «κοινού ανθρώπου», είχε δεχθεί διώξεις στην περίοδο του Κάιζερ. Το 1912, θα τιμηθεί για τη συνολική προσφορά του στο θέατρο και την δραματουργία με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ενώ στον Α' Παγκόσμιο, υπήξε πασιφιστής, μακριά όμως από την επαναστατική του εκδοχή.
Δυστυχώς, ο Χάουπτμαν, θα συνάψει ειρήνη με τον Χίτλερ, τον Γκαίμπελς και φυσικά τον πρώην αποτυχημένο θεατρικό συγγραφέα Χανς Γιοχστ, που ήταν ο Πρόεδρος του χιτλερικού Θεατρικού Επιμελητηρίου.
Γράφει παραστατικά ο William Shirer, για τον Χάουπτμαν, στο «Η άνοδος και η πτώση του Γ' Ράιχ»:
Δεν θα λησμονήσω ποτέ την σκηνήν εις το τέλος της πρώτης παραστάσεως του τελευταίου του έργου, «Η θυγάτηρ της Μητροπόλεως», όταν ο Χάουπτμαν, μια σεβασμία μορφή με την κυματιστήν λευκήν κόμην του πίπτουσα επί του μαύρου μανδύου του, εξήλθεν από το θέατρον κρατούμενος από τον βραχίονα με τον Γκαίμπελς και τον Γιοχστ. Ούτος, είχε συνάψει ειρήνην με τον Χίτλερ.
Μια από τις πολλές, σχετικές φωτογραφίες που βρίσκει κανείς στο νετ. Από το βάθος: Ρίχαρντ Στράους, ένας από του κορυφαίους συνθέτες που διετέλεσε πρόεδρος του Μουσικού Επιμελητηρίου του Ράιχ και συνέβαλε στην εκπόρνευση της μόρφωσης υπό τους Ναζί, ο επικεφαλής της χιτλερικής νεολαίας Μπαλντούρ φον Σιράχ και ο ... Χάουπτμαν.
Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη υπηρεσία του. Ο Γκαίμπελς, με βάση αυτό το γεγονός, δεν έχανε την ευκαιρία, να υπενθυμίζει στον γερμανικό λαό και στον έξω κόσμο, ότι ο μεγαλύτερος γερμανός θεατρικός συγγραφέας, όχι μόνο παρέμεινε στο Τρίτο Ράιχ, αλλά και τα «σοσιαλιστικού» προσανατολισμού έργα του, εξακολουθούσαν να παίζονται στις γερμανικές αίθουσες (όχι μόνο, αλλά και στα θέατρα των κατεχόμενων από τον Άξονα χωρών· βλ. ψηφιοποιημένο αρχείο Εθνικού Θεάτρου, θεατρογραφία Έλλης Λαμπέτη, κλπ) αλογόκριτα και ανεμπόδιστα.
Βασιλικό Θέατρο 1936-1937. Οι μεταξικοί λογοκριτές, μπορεί να είχαν πρόβλημα με τον Αισχύλο ή τον ... Ευριπίδη, αλλά δεν είχαν με τον «Γεράρδο» Χάουπτμαν.
Ο Κλάους Μανν, για την περίπτωση Χάουπτμαν, ήταν περισσότερο καυστικός, δείχνοντας με ποιον τρόπο το πρωτοπαλίκαρο του νατουραλισμού, συμβιβάστηκε με τη ναζιστική κανονικότητα και πραγματικότητα:
«Στο κάτω κάτω, ο Χίτλερ ... Αγαπητοί μου, μη με παρεξηγείτε ... Ας προσπαθήσουμε μονάχα να ... Όχι, παρακαλώ, επιτρέψτε μου αντικειμενικά ...
Μπορώ να ξαναγεμίσω τη σαμπάνια μου; Τούτη η σαμπάνια... Πολύ αξιοπρόσεκτη η ανθρώπινη πλευρά του Χίτλερ ... θέλω να πω ... Αλλά και η σαμπάνια βέβαια ... Καταπληκτική εξέλιξη ... Κάπου εφτά εκατομμύρια ψήφοι... Όπως έλεγα συχνά στους Εβραίους φίλους μου ... Τούτοι οι Γερμανοί πολύ αστάθμητο έθνος ... στ' αλήθεια μυστήριο ... Το ένστικτο του Σύμπαντος, ο Γκαίτε, ο θρύλος των Νιμπελούγκεν ... με κάποιο τρόπο ο Χίτλερ εκφράζει ... Όπως λοιπόν προσπάθησα να εξηγήσω στους Εβραίους φίλους μου ... τάσεις δυναμικές, πρωταρχικές, ασυγκράτητες ... »
Έχει γίνει εκτενής αναφορά στο παρόν ιστολόγιο για την περίπτωση Χάμσουν και την ακατανόητη επιείκεια που επέδειξαν οι σοβιετικοί για τον Νορβηγό. Εδώ, τα πράγματα είναι χειρότερα και φτάνουν στα όρια του γελοίου.
1948. Γραμματόσημα της ελεγχόμενης από τους Σοβιετικούς ζώνης στη Γερμανία. Οι Μαρξ, Ένγκελς, ο Αύγουστος Μπέμπελ, ο Έγελος και ο ... Χάουπτμαν. (ΕΛΕΟΣ ... )
Με την ήττα των Ναζί, οι Αμερικανοί απέκλεισαν (και πολύ καλά έκαναν) τον Χάουπτμαν και τα έργα του από την κατεχόμενη από αυτούς Γερμανία, θεωρώντας τον δραματουργό ναζί, ή απλά, συνεργάτη. Οι σοβιετικοί αντίθετα, μόλις το 1945 θα ανεβάσουν έναν πανηγυρικό κύκλο των έργων του Χάουπτμαν στο Ανατολικό Βερολίνο. ο ίδιος ο Χάουπτμαν, σε διάγγελμά του, μνημείο ιδεολογικής αφασίας, πολιτικής ευμεταβλητότητας και ανειλικρίνειας, στις 6 Οκτωβρίου 1945, θα χαιρετήσει τον κομμουνιστικό «Πολιτιστικό Σύνδεσμο για την Δημοκρατική Αναγέννηση της Γερμανίας», ευελπιστώντας στην «ψυχική αναγέννηση του γερμανικού λαού». Θα πεθάνει το 1946, ένα χρόνο μετά, χωρίς να δει τα έργα του να παίζονται με κάθε μεγαλοπρέπεια στα θέατρα της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, η οποία θα τον τιμήσει με κάθε τρόπο στην σαραντάχρονη ιστορία της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
- Κάποιοι, πολλοί και σημαντικοί, έφυγαν από τη χώρα. Ανάμεσά τους, οι Τόμας και Χάινριχ Μανν, ο Μπρεχτ, ο Χέρμαν Μπροχ, ο Τσβάιχ, ο Τσούκμαγιερ, ο Βέρφελ, ο Φώυχτβάγκερ, ή αλλιώς οι κορυφαίοι μυθιστοριογράφοι και δραματουργοί.
- Κάποιοι βρήκαν τον θάνατο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή αυτοκτόνησαν, όπως ο Βάλτερ Μπέντζαμιν που βρήκε τραγικό τέλος στα γαλλοϊσπανικά σύνορα, σε μια απελπιστική προσπάθεια διαφυγής, προλαβαίνοντας την Γκεστάπο. Ο Στέφαν Τσβάιχ, θα αυτοκτονήσει σε μια συμβολική πράξη έσχατης διαμαρτυρίας, με τη σύζυγό του στο Μεξικό, όπου είχαν καταφύγει.
- Κάποιοι έμειναν, προτιμώντας να σιωπήσουν, ή ακόμα χειρότερα να παραδώσουν την τέχνη και την πένα τους, στην υπηρεσία των ναζί και να μεταβληθούν σε στελέχη του πνευματικού μπουρδέλου που ονομαζόταν «Άρεια Κουλτούρα» γινόμενοι έτσι συνένοχοι στην παρακμή και την απογοητευτική πτώση των πολιτιστικών κριτηρίων ενός μεγάλου λαού.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι δεν έφυγαν μόνο οι Εβραίοι, οι μαρξιστές και τα «άλλα παράσιτα» για το «χιλιόχρονο Τρίτο Ράιχ». Έφυγαν και «άρειοι», που αν είχαν επιλέξει να μείνουν και να συνεργαστούν, θα απολάμβαναν σίγουρα τεράστιες τιμές από το βρωμερό και εγκληματικό καθεστώς. Η περίπτωση Τόμας Μανν, είναι ίσως και η καλύτερη: Γνήσιος κοσμοπολίτης, δεκτικός σε άλλες γλώσσες και άλλες κουλτούρες, πήρε τον δρόμο της υπερορίας, όχι μόνο για να διασώσει την προσωπική του ακεραιότητα, αλλά και για να τιμήσει την γλώσσα του Χάινε και του Γκαίτε με την τέχνη του. Το ίδιο καλή ήταν και η περίπτωση Μπρεχτ, που μετέτρεπε κάθε καινούργιο του έργο (το μεγάλο και πραγματικά ρωμαλέο «Μάνα Κουράγιο» ανέβηκε για πρώτη φορά στη Ζυρίχη του 1941), σε μάχη των μετόπισθεν, ανεβάζοντας τη γερμανική γλώσσα σε άλλα, ανώτερα επίπεδα.
Ο Γκέρχαρντ Χάουπτμαν (1862-1946), ήταν το 1933, ο μεγαλύτερος εν ζωή, γερμανός δραματουργός. Στα έργα του, με επιρροές από Ίψεν και Μπύχνερ, ασκούσε έντονη κοινωνική κριτική, ενώ είχε χαιρετήσει και την άνοδο του γερμανικού εργατικού κινήματος στα τέλη του 19ου αιώνα. Ένθερμος υποτίθεται σοσιαλιστής, πρόμαχος και υπέρμαχος του «κοινού ανθρώπου», είχε δεχθεί διώξεις στην περίοδο του Κάιζερ. Το 1912, θα τιμηθεί για τη συνολική προσφορά του στο θέατρο και την δραματουργία με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ενώ στον Α' Παγκόσμιο, υπήξε πασιφιστής, μακριά όμως από την επαναστατική του εκδοχή.
Δυστυχώς, ο Χάουπτμαν, θα συνάψει ειρήνη με τον Χίτλερ, τον Γκαίμπελς και φυσικά τον πρώην αποτυχημένο θεατρικό συγγραφέα Χανς Γιοχστ, που ήταν ο Πρόεδρος του χιτλερικού Θεατρικού Επιμελητηρίου.
Γράφει παραστατικά ο William Shirer, για τον Χάουπτμαν, στο «Η άνοδος και η πτώση του Γ' Ράιχ»:
Δεν θα λησμονήσω ποτέ την σκηνήν εις το τέλος της πρώτης παραστάσεως του τελευταίου του έργου, «Η θυγάτηρ της Μητροπόλεως», όταν ο Χάουπτμαν, μια σεβασμία μορφή με την κυματιστήν λευκήν κόμην του πίπτουσα επί του μαύρου μανδύου του, εξήλθεν από το θέατρον κρατούμενος από τον βραχίονα με τον Γκαίμπελς και τον Γιοχστ. Ούτος, είχε συνάψει ειρήνην με τον Χίτλερ.
Μια από τις πολλές, σχετικές φωτογραφίες που βρίσκει κανείς στο νετ. Από το βάθος: Ρίχαρντ Στράους, ένας από του κορυφαίους συνθέτες που διετέλεσε πρόεδρος του Μουσικού Επιμελητηρίου του Ράιχ και συνέβαλε στην εκπόρνευση της μόρφωσης υπό τους Ναζί, ο επικεφαλής της χιτλερικής νεολαίας Μπαλντούρ φον Σιράχ και ο ... Χάουπτμαν.
Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη υπηρεσία του. Ο Γκαίμπελς, με βάση αυτό το γεγονός, δεν έχανε την ευκαιρία, να υπενθυμίζει στον γερμανικό λαό και στον έξω κόσμο, ότι ο μεγαλύτερος γερμανός θεατρικός συγγραφέας, όχι μόνο παρέμεινε στο Τρίτο Ράιχ, αλλά και τα «σοσιαλιστικού» προσανατολισμού έργα του, εξακολουθούσαν να παίζονται στις γερμανικές αίθουσες (όχι μόνο, αλλά και στα θέατρα των κατεχόμενων από τον Άξονα χωρών· βλ. ψηφιοποιημένο αρχείο Εθνικού Θεάτρου, θεατρογραφία Έλλης Λαμπέτη, κλπ) αλογόκριτα και ανεμπόδιστα.
Βασιλικό Θέατρο 1936-1937. Οι μεταξικοί λογοκριτές, μπορεί να είχαν πρόβλημα με τον Αισχύλο ή τον ... Ευριπίδη, αλλά δεν είχαν με τον «Γεράρδο» Χάουπτμαν.
Ο Κλάους Μανν, για την περίπτωση Χάουπτμαν, ήταν περισσότερο καυστικός, δείχνοντας με ποιον τρόπο το πρωτοπαλίκαρο του νατουραλισμού, συμβιβάστηκε με τη ναζιστική κανονικότητα και πραγματικότητα:
«Στο κάτω κάτω, ο Χίτλερ ... Αγαπητοί μου, μη με παρεξηγείτε ... Ας προσπαθήσουμε μονάχα να ... Όχι, παρακαλώ, επιτρέψτε μου αντικειμενικά ...
Μπορώ να ξαναγεμίσω τη σαμπάνια μου; Τούτη η σαμπάνια... Πολύ αξιοπρόσεκτη η ανθρώπινη πλευρά του Χίτλερ ... θέλω να πω ... Αλλά και η σαμπάνια βέβαια ... Καταπληκτική εξέλιξη ... Κάπου εφτά εκατομμύρια ψήφοι... Όπως έλεγα συχνά στους Εβραίους φίλους μου ... Τούτοι οι Γερμανοί πολύ αστάθμητο έθνος ... στ' αλήθεια μυστήριο ... Το ένστικτο του Σύμπαντος, ο Γκαίτε, ο θρύλος των Νιμπελούγκεν ... με κάποιο τρόπο ο Χίτλερ εκφράζει ... Όπως λοιπόν προσπάθησα να εξηγήσω στους Εβραίους φίλους μου ... τάσεις δυναμικές, πρωταρχικές, ασυγκράτητες ... »
Έχει γίνει εκτενής αναφορά στο παρόν ιστολόγιο για την περίπτωση Χάμσουν και την ακατανόητη επιείκεια που επέδειξαν οι σοβιετικοί για τον Νορβηγό. Εδώ, τα πράγματα είναι χειρότερα και φτάνουν στα όρια του γελοίου.
1948. Γραμματόσημα της ελεγχόμενης από τους Σοβιετικούς ζώνης στη Γερμανία. Οι Μαρξ, Ένγκελς, ο Αύγουστος Μπέμπελ, ο Έγελος και ο ... Χάουπτμαν. (ΕΛΕΟΣ ... )
Με την ήττα των Ναζί, οι Αμερικανοί απέκλεισαν (και πολύ καλά έκαναν) τον Χάουπτμαν και τα έργα του από την κατεχόμενη από αυτούς Γερμανία, θεωρώντας τον δραματουργό ναζί, ή απλά, συνεργάτη. Οι σοβιετικοί αντίθετα, μόλις το 1945 θα ανεβάσουν έναν πανηγυρικό κύκλο των έργων του Χάουπτμαν στο Ανατολικό Βερολίνο. ο ίδιος ο Χάουπτμαν, σε διάγγελμά του, μνημείο ιδεολογικής αφασίας, πολιτικής ευμεταβλητότητας και ανειλικρίνειας, στις 6 Οκτωβρίου 1945, θα χαιρετήσει τον κομμουνιστικό «Πολιτιστικό Σύνδεσμο για την Δημοκρατική Αναγέννηση της Γερμανίας», ευελπιστώντας στην «ψυχική αναγέννηση του γερμανικού λαού». Θα πεθάνει το 1946, ένα χρόνο μετά, χωρίς να δει τα έργα του να παίζονται με κάθε μεγαλοπρέπεια στα θέατρα της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, η οποία θα τον τιμήσει με κάθε τρόπο στην σαραντάχρονη ιστορία της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ:
1). «Το κούφιο θαύμα»: Ένα δοκίμιο, με ιδιαίτερα σκληρή γλώσσα (στην εποχή του προκάλεσε πολλές αντιδράσεις), για το «θαύμα» της ανοικοδόμησης της μεταπολεμικής Γερμανίας, γραμμένο από τον σπουδαίο κριτικό και θεωρητικό της λογοτεχνίας, George Steiner. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «η Συνέχεια», τον Μάρτιο του 1973. Σελίδα 13. Μετάφραση, Ρόδης Ρούφος. Από τον ιστότοπο των ΑΣΚΙ.
2. «Η Άνοδος και η Πτώσις του Γ' Ράιχ», του William Shirer, μετάφραση Νικ. Παπαρρόδου, τόμος Α', εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδη, Αθήνα.
3. «Οι Υφαντές», του Γ. Χάουπτμαν, σε μετάφραση Γιώργου Μούστρη και επιμέλεια Μαρία Λάζου, στη σειρά «Παγκόσμιο Θέατρο», εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1980. Αντιπροσωπευτικό έργο κοινωνικής κριτικής του Χάουπτμαν. Κατά τη γνώμη μου, το ποίημα «Υφαντές» του Κώστα Βάρναλη, κακώς αναφέρεται ως παραλλαγή των «Υφαντών» του Χάουπτμαν, αλλά είναι παραλλαγή τόσο θεματολογικά όσο και υφολογικά, του «Υφαίνουμε», του μεγάλου Χάινριχ Χάινε.